η εικόνα
εκείνου
που κινεί τα χέρια
στην άκρη
του δρόμου
στην επίπεδη βλάστηση
πολλαπλασιάζει
το όνειρο
κάθε φορά
είναι η υφή στα δάχτυλα
που αναπαράγει
και κυρίως
κρατά την εγρηγορση
όλο το σώμα
ήδη
ήχος
ως άνοιγμα
παλμός
Ένα ημερολόγιο για τις σπασμένες εικόνες , τα θραύσματα και τις αποκομμένες λέξεις
η εικόνα
εκείνου
που κινεί τα χέρια
στην άκρη
του δρόμου
στην επίπεδη βλάστηση
πολλαπλασιάζει
το όνειρο
κάθε φορά
είναι η υφή στα δάχτυλα
που αναπαράγει
και κυρίως
κρατά την εγρηγορση
όλο το σώμα
ήδη
ήχος
ως άνοιγμα
παλμός
στον ύπνο σου
βλέπεις την όχθη
η οσμή ακουμπά
την ίνα
τα δρομολόγια των νερών
είναι ξανά
στο πλέγμα
ο ήχος
μόνο λαρυγγισμός
δίχως παιδί
της πρώτης αγκαλιάς
ο άνεμος
κλυδωνίζεται
αλλά πρέπει
να σηκωθείς
ξημέρωμα
μετά τα νερά
τραβιούνται
και η μέρα
είναι γράφημα
μια πανοπλία
χωρίς
οπή
αναπνοή
του ρόγχου
η επιστροφή είναι τελετουργία
φως μες σε δέρμα
η κίνηση πρέπει να είναι
αργή
γιατί
χωρίς αυτήν
το περίβλημα
χάνει την ουσία του
το πέρασμα
γεμίζει
και κάθε επιστροφή
οφείλει να είναι
άδεια
σιωπή
πυκνή
ως κύλινδρος
ή τόπος
μετά τον ουρανό
είναι το φως;
και αυτό το άγγιγμα
πως απλωνεται
σε δέρμα
αμφιβίου
πως φερνει
σύσπαση
στη σκοτεινή
θαλάμη;
μόνο με την κίνηση
των χεριών
χωρίς το βλέμμα
η ροή
θα επανέλθει
πάλι
δίχως
ηχώ
τις περισσότερες φορές επικαλούμαι τα χέρια
τα θεωρώ προέκταση ενός ουράνιου φίλου
παρουσία ανάλαφρη
λίγο υγρή
το μόνο σίγουρο
ήταν ότι είχε ικανότητες
εγγαστρίμυθου
οι διαδρομές πλάταιναν
το σώμα έσβηνε
λεπτό